"Αγαπητέ Βοκκάκιε...
ΑΝΑΡΓΥΡΟΣ | Κυριακή 13 Απριλίου 1997
Δικό σου οίκημα δεν έχεις, τι ήθελες λοιπόν εσύ εκεί; Μήπως επειδή νωρίς νωρίς, πριν από το τέλος του 1997, έναν ολόκληρο χρόνο πριν από τη διεξαγωγή των εκλογών, προτίθεται το ΠαΣοΚ να ανακοινώσει ποιους θα χρίσει υποψήφιους δημάρχους και κοινοτάρχες; Μήπως αποφάσισες να γίνεις δημοτικός άρχοντας και άρχισες κιόλας προεκλογική εκστρατεία; Τόσο πολύ ξέπεσες, Βοκκάκιε;
Ωστε λοιπόν στην κώμη των Λεχαινών βγήκαν με τα δίκαννα να προστατέψουν το δίκιο τους οι πατριώτες σου. Η Νομαρχία Ηλείας ειδοποίησε τους 600 ιδιοκτήτες αυθαιρέτων της παραλίας του Αγιου Παντελεήμονα ότι επίκειται κατεδάφισή τους και αυτοί αντιδρούν βέβαια. Κι εσύ έσπευσες να τους συμπαρασταθείς. Αν ήσουν εκεί για λόγους ευγενείς και όχι πολικάντικους, όπως θέλω να ελπίζω, υποπτεύομαι ότι το έκανες για να προστατεύσεις τις αναμνήσεις σου.
Πολλές φορές μού έχεις μιλήσει για τα παιδικά κι εφηβικά σου καλοκαίρια στον Αγιο Παντελεήμονα (ή και Αϊ-Θανάση: ερίζουν δύο άγιοι για την ονομασία): για τις παρέες, τα ξενύχτια στην ακρογιαλιά, τα ψαρέματα με δίχτυα, με πιζόβολα και με πετονιές, τους πρώτους έρωτες, τα πανηγύρια, το μυστηριώδες νερό του αρτεσιανού, της γεώτρησης δηλαδή, που έπαιρνε φωτιά όταν του έβαζες σπίρτο.
Ησαν τραγάτες, καλύβες δηλαδή από ψαθί τα περισσότερα οικήματα του Αγιου Παντελεήμονα στις αρχές της δεκαετίας του '60· φωτίζονταν με λάμπες πετρελαίου ή «λουξ» και οι παραθεριστές κουβαλούσαν με σταμνιά και κουβάδες νερό από το φλεγόμενο αρτεσιανό. Προς την ενδοχώρα, σε απόσταση 100 μέτρων από τις καλύβες, εκτεινόταν παράλληλα προς αυτές και την ακτή η σειρά των υπαίθριων απόπατων θέαμα διόλου γοητευτικό αλλά αναγκαίο κακό για να προστατευθούν οι αισθητικές αξίες της όσφρησης και της ακοής όσων κατοικούσαν στις τραγάτες.
Υπήρχαν και μερικά πολυτελέστερα σπίτια από τσατουμά, καλάμι επιχρισμένο με λάσπη και μοναδικό κανονικό, πλινθόκτιστο βέβαια και ισόγειο, το σπίτι που κάποτε είχε φιλοξενήσει και τον διηγηματογράφο σας, τον Αντρέα Καρκαβίτσα. Με ροζ ώχρα βαμμένο και πνιγμένο στις πικροδάφνες, το κατοικούσε μια πλούσια οικογένεια από γειτονικό χωριό και ήταν το αρχοντικό της παραλίας σας. Ολα παραδοσιακά, γραφικά, ωραία και μικρά καμωμένα.
ΠΡΟΠΕΡΣΙ όμως, όταν είχα κατεβεί να σε δω και με πήγες να επισκεφθώ τον τόπο των αναμνήσεών σου, αυτό που είδα εγώ ήταν οικισμός εφοδιασμένος με όλα τα αγαθά του πολιτισμού: φως, νερό, τηλέφωνο που είχαν συνδυαστεί με τον χειρότερο δυνατόν τρόπο. Είδα ένα απίθανο σύμφυρμα αλουμινίου, τσιμεντόλιθων και κεραιών τηλεοράσεως να φθάνει ως εκεί ακριβώς όπου σκάει το κύμα. Καθένας έχτιζε και επεκτεινόταν αυθαίρετα στη δημόσια άμμο, όσο πιο κοντά στη θάλασσα μπορούσε, αδιαφορώντας αν την στερούσε από τον διπλανό, που δεν μπορούσε να τον εμποδίσει αφού κανένας δεν ήταν ιδιοκτήτης. Οποιος αντικαθιστούσε την τραγάτα με τσιμέντο, άπλωνε όσο μπορούσε την επικράτειά του σε βάρος του γείτονα, με αποτέλεσμα ατάκτως ερριμμένα, σε αποστάσεις εκατοστών μεταξύ τους μικροσκοπικά σπίτια, δαιδαλωδώς διευθετημένα, έτσι ώστε πλέον η τουαλέτα του ενός να βρίσκεται ακριβώς στη μύτη του διπλανού του. Θυμάμαι ακόμη τη φριχτή εντύπωση που μου έκαναν, στο κέντρο ακριβώς του οικισμού, στο μόνο σημείο όπου υπάρχει πρόσβαση στη θάλασσα χωρίς να περάσεις μέσα από τις κουζίνες ή τις κρεβατοκάμαρες των σπιτιών, δύο φρικτές καμπίνες αποδυτηρίων από ασοβάτιστο τσιμεντόλιθο, προσφορά των εν Αθήναις συμπατριωτών. Ο μαΐστρος έφερνε απ' αυτές απαίσια μυρωδιά ούρων.
Εσύ δεν έβλεπες τίποτε από όλα αυτά. Μου μιλούσες για το πρώτο φιλί σου με την Κατερίνα, θυμόσουν κάποια νύχτα με πανσέληνο που σε κυνηγούσε η θεία της Θάλειας, την προσκοπική σου κατασκήνωση, τα αρμυρίκια που φυτεύατε κι ευτυχώς ακόμη ζουν, τις σχολικές εκδρομές. Μου μιλούσες για τον Ντίνο, τον Καβουρίνο, την Αγγελική που όλο έφευγε κι ερχόταν, τον Σπύρο, την Εύα, την Παναγιώτα, τον Νίκο, τον Καγκούρη, τις ατέλειωτες ώρες της μύησης όχι μόνο στα ερωτικά αλλά και στο σκάκι, το τάβλι, το πινάκλ, την πόκα. Μου περιέγραφες πώς μοσχοβολούσε όπως καμιά άλλη η τραγάτα σας, που ήταν η μοναδική φτιαγμένη από φτέρη, με τεχνολογία νεροχωρίτικη δηλαδή, υπέρτερη της λεχαινίτικης τεχνολογίας της ψάθας.
Οταν φύγαμε μου εξήγησες ότι τώρα πια όλη η θάλασσα είναι μολυσμένη. Δυσώδης καφετιά λάσπη υπάρχει στον βυθό της. Μου μίλησες για παιδιά που κολύμπησαν και έβγαλαν εξανθήματα. Μου εξήγησες ότι η κατάσταση γίνεται ανυπόφορη, η θάλασσα κυριολεκτικά βρωμάει, τον Αύγουστο όταν αρχίζει να λειτουργεί το εργοστάσιο συσκευασίας ντομάτας στη διπλανή Αντραβίδα. Εργοστάσιο που επί δικτατορίας, συνεταιρικά με τον διαβόητο Τομ Πάπας, είχε φτιάξει η πλούσια οικογένεια που κατοικούσε στο ροζ αρχοντικό και τώρα πια το έχει εγκαταλείψει βεβαίως...
Τα λύματα του εργοστασίου προστίθενται στα αστικά λύματα, στα λιπάσματα και στα φυτοφάρμακα που μεταφέρουν στη θάλασσα οι αποστραγγιστικές τάφροι του πλούσιου, πολυκαλλιεργημένου και πυκνοκατοικημένου κάμπου σας αλλά και το ένδοξο ποτάμι των Λεχαινών, ο Στρεμενός, που χώριζε την κώμη στα δυο και τόσες σελίδες τού έχει αφιερώσει ο Καρκαβίτσας· καλυμμένος τώρα ο Στρεμενός, φορτώνεται όλες τις βρωμιές της πολίχνης και τις μεταφέρει να τις απολαύσουν οι παραθεριστές, οι ίδιοι που του τις έχουν φορτώσει. Μου αποκάλυψες ότι όλη η θάλασσα από τις Αλυκές των Λεχαινών ως το λιμάνι της Κυλλήνης έχει το ίδιο πρόβλημα και του Νεροχωριού η παραλία, η Ράχη, δέκα λεπτά απόσταση με το ποδήλατο από το βοκκακαίικο, ούτε κι αυτή κολυμπιέται.
*** Στην Ευρώπη, τον δορυφόρο του Δία, φαίνεται να υπάρχει ζωή μέσα στη λασπωμένη σκουρόχρωμη θάλασσα που τον περιβάλλει, λένε οι επιστήμονες. Να, λοιπόν, που γίνατε κι εσείς Ευρωπαίοι!
ΟΣΟ η κατάσταση της θάλασσας χειροτέρευε, οι παραθεριστές, αντί να αντιδράσουν, μετέφεραν, εκπολιτιζόμενοι, τα ατομικά τους λύματα ο ένας στην πόρτα του άλλου, καταργώντας τους μακρινούς καμπινέδες. Κατά των λυμάτων, των λιπασμάτων, του σκουπιδαριού κάτι μικρές μειοψηφίες αγωνίστηκαν και αγωνίζονται: ο Μπίλης, ο Αντρέας και οι φίλοι τους, που τους έχουν στην μπούκα της καραμπίνας τους οι αρχές και οι κάτοικοι της ίδιας καραμπίνας που βγήκε για να προστατεύσει τώρα τα αυθαίρετα ιδιωτικά ντουβάρια, ενώ επί δεκαετίες αδιαφορούσε για την καταστροφή του συλλογικού αγαθού που λέγεται τόπος μας, τόπος στοιχειωμένος από τον Αφορεσμένο και τη Λυγερή. Αν έγραφε σήμερα ο ελάσσων Καρκαβίτσας, ο Κώστας, αδελφός του Αντρέα, δεν θα έβαζε την ερωμένη του ήρωά του Διαολή να τυλίγεται δυναμίτη και να πηγαίνει να ανατιναχθεί, και να τον ανατινάξει κι αυτόν ενώ τον φιλούσε στο στόμα, μέσα στα νερά της θάλασσας του Αγιου Παντελεήμονα. Πώς να αυτοκτονήσει κανείς ηρωικά μέσα σε προέκταση υπονόμων;
Οι περισσότεροι Λεχαινίτες, τουλάχιστον όσοι έχουν αυτοκίνητα και χρόνο, πηγαίνουν πια για μπάνιο 20 χιλιόμετρα μακριά, στις μόνες παραλίες που έμειναν καθαρές σε όλη την περιοχή, αυτές πέρα από το λιμάνι της Κυλλήνης, που τις προστατεύει από τα αστικά, βιομηχανικά και γεωργικά λύματα ο λόφος του Κάστρου Χλεμούτσι· του κάστρου που έχτισαν οι Βιλλεαρδουίνοι και το έδωσαν προίκα στην Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ για να το χαρούν μετά Ναπολιτάνοι Ανδεγαυοί και Φλωρεντινοί τραπεζίτες απ' όπου μας προέκυψες κι εσύ, Βοκκάκιε.
ΑΝΑΡΩΤΙΕΜΑΙ λοιπόν: τι προσπαθούν να προστατεύσουν και οι δύο πλευρές, οι παραθεριστές και η νομαρχία; Η παραλία των Λεχαινών είναι ρημαγμένος τόπος. Αν η κατάσταση είναι όπως την κατάλαβα εγώ όταν την επισκέφθηκα, τι απολαμβάνουν οι παραθεριστές εκεί, όσοι πηγαίνουν; Από την άλλη, και βέβαια ο γιαλός είναι δημόσιο κτήμα παρά την επί δεκαετίες αυθαίρετη κατοχή αλλά δημόσιο αγαθό δεν θα γίνει με την κατεδάφιση. Το αγαθό καταστρεφόταν επί δεκαετίες και απαιτεί άλλες τόσες δεκαετίες σωφροσύνης και δουλειάς για να επιδιορθωθεί. Θα έρθουν όμως τέτοιες δεκαετίες; Ή απλώς θα κείνται εσαεί επί του αιγιαλού σωροί από μπάζα κατεδαφισμένων αυθαιρέτων που θα τα καταβρέχουν μολυσμένα κύματα;
*** Υποθέτω ότι αντίστοιχη είναι η κατάσταση στη Ζαχάρω, στα Δουνέικα, στην Αμαλιάδα, όπου κι εκεί ο νομάρχης Ηλείας θέλει να κατεδαφίσει τα αυθαίρετα στις παραλίες και έχουν ξεσηκωθεί οι οικιστές. Κι έχω την απορία βέβαια γιατί πρέπει να έχει κανείς αυθαίρετη κατοικία παρά θίν' αλός, όταν το σπίτι του απέχει δέκα λεπτά από τη θάλασσα εκτός κι αν Αθηναίοι και ξένοι καταφεύγουν κυρίως εκεί και όχι ντόπιοι. Ιδια, μου φαίνεται, είναι η κατάσταση σε όλη την Ελλάδα.
*** Και, τέλος πάντων, υπάρχουν ακόμη στην περιοχή και ψαθιά και φτέρες· υπάρχουν πια και σκηνές, υπνόσακοι, ακόμη και τροχόσπιτα για όσους δεν ξέρουν να φτιάχνουν τραγάτες και θέλουν οπωσδήποτε το καλοκαίρι να είναι ακριβώς δίπλα στο κύμα της θάλασσας. Φθηνότερες λύσεις και ελαστικότερες από το αλουμίνιο και τον τσιμεντόλιθο· φθηνότερες ίσως και από τις καραμπίνες που επιδείχθηκαν «α λα αλβανικά» ως ύστατο όπλο προστασίας του δικαιώματος να χτίζεις σπίτι δίπλα σε μολυσμένη θάλασσα.
Πολλές φορές μού έχεις μιλήσει για τα παιδικά κι εφηβικά σου καλοκαίρια στον Αγιο Παντελεήμονα (ή και Αϊ-Θανάση: ερίζουν δύο άγιοι για την ονομασία): για τις παρέες, τα ξενύχτια στην ακρογιαλιά, τα ψαρέματα με δίχτυα, με πιζόβολα και με πετονιές, τους πρώτους έρωτες, τα πανηγύρια, το μυστηριώδες νερό του αρτεσιανού, της γεώτρησης δηλαδή, που έπαιρνε φωτιά όταν του έβαζες σπίρτο.
Ησαν τραγάτες, καλύβες δηλαδή από ψαθί τα περισσότερα οικήματα του Αγιου Παντελεήμονα στις αρχές της δεκαετίας του '60· φωτίζονταν με λάμπες πετρελαίου ή «λουξ» και οι παραθεριστές κουβαλούσαν με σταμνιά και κουβάδες νερό από το φλεγόμενο αρτεσιανό. Προς την ενδοχώρα, σε απόσταση 100 μέτρων από τις καλύβες, εκτεινόταν παράλληλα προς αυτές και την ακτή η σειρά των υπαίθριων απόπατων θέαμα διόλου γοητευτικό αλλά αναγκαίο κακό για να προστατευθούν οι αισθητικές αξίες της όσφρησης και της ακοής όσων κατοικούσαν στις τραγάτες.
Υπήρχαν και μερικά πολυτελέστερα σπίτια από τσατουμά, καλάμι επιχρισμένο με λάσπη και μοναδικό κανονικό, πλινθόκτιστο βέβαια και ισόγειο, το σπίτι που κάποτε είχε φιλοξενήσει και τον διηγηματογράφο σας, τον Αντρέα Καρκαβίτσα. Με ροζ ώχρα βαμμένο και πνιγμένο στις πικροδάφνες, το κατοικούσε μια πλούσια οικογένεια από γειτονικό χωριό και ήταν το αρχοντικό της παραλίας σας. Ολα παραδοσιακά, γραφικά, ωραία και μικρά καμωμένα.
ΠΡΟΠΕΡΣΙ όμως, όταν είχα κατεβεί να σε δω και με πήγες να επισκεφθώ τον τόπο των αναμνήσεών σου, αυτό που είδα εγώ ήταν οικισμός εφοδιασμένος με όλα τα αγαθά του πολιτισμού: φως, νερό, τηλέφωνο που είχαν συνδυαστεί με τον χειρότερο δυνατόν τρόπο. Είδα ένα απίθανο σύμφυρμα αλουμινίου, τσιμεντόλιθων και κεραιών τηλεοράσεως να φθάνει ως εκεί ακριβώς όπου σκάει το κύμα. Καθένας έχτιζε και επεκτεινόταν αυθαίρετα στη δημόσια άμμο, όσο πιο κοντά στη θάλασσα μπορούσε, αδιαφορώντας αν την στερούσε από τον διπλανό, που δεν μπορούσε να τον εμποδίσει αφού κανένας δεν ήταν ιδιοκτήτης. Οποιος αντικαθιστούσε την τραγάτα με τσιμέντο, άπλωνε όσο μπορούσε την επικράτειά του σε βάρος του γείτονα, με αποτέλεσμα ατάκτως ερριμμένα, σε αποστάσεις εκατοστών μεταξύ τους μικροσκοπικά σπίτια, δαιδαλωδώς διευθετημένα, έτσι ώστε πλέον η τουαλέτα του ενός να βρίσκεται ακριβώς στη μύτη του διπλανού του. Θυμάμαι ακόμη τη φριχτή εντύπωση που μου έκαναν, στο κέντρο ακριβώς του οικισμού, στο μόνο σημείο όπου υπάρχει πρόσβαση στη θάλασσα χωρίς να περάσεις μέσα από τις κουζίνες ή τις κρεβατοκάμαρες των σπιτιών, δύο φρικτές καμπίνες αποδυτηρίων από ασοβάτιστο τσιμεντόλιθο, προσφορά των εν Αθήναις συμπατριωτών. Ο μαΐστρος έφερνε απ' αυτές απαίσια μυρωδιά ούρων.
Εσύ δεν έβλεπες τίποτε από όλα αυτά. Μου μιλούσες για το πρώτο φιλί σου με την Κατερίνα, θυμόσουν κάποια νύχτα με πανσέληνο που σε κυνηγούσε η θεία της Θάλειας, την προσκοπική σου κατασκήνωση, τα αρμυρίκια που φυτεύατε κι ευτυχώς ακόμη ζουν, τις σχολικές εκδρομές. Μου μιλούσες για τον Ντίνο, τον Καβουρίνο, την Αγγελική που όλο έφευγε κι ερχόταν, τον Σπύρο, την Εύα, την Παναγιώτα, τον Νίκο, τον Καγκούρη, τις ατέλειωτες ώρες της μύησης όχι μόνο στα ερωτικά αλλά και στο σκάκι, το τάβλι, το πινάκλ, την πόκα. Μου περιέγραφες πώς μοσχοβολούσε όπως καμιά άλλη η τραγάτα σας, που ήταν η μοναδική φτιαγμένη από φτέρη, με τεχνολογία νεροχωρίτικη δηλαδή, υπέρτερη της λεχαινίτικης τεχνολογίας της ψάθας.
Οταν φύγαμε μου εξήγησες ότι τώρα πια όλη η θάλασσα είναι μολυσμένη. Δυσώδης καφετιά λάσπη υπάρχει στον βυθό της. Μου μίλησες για παιδιά που κολύμπησαν και έβγαλαν εξανθήματα. Μου εξήγησες ότι η κατάσταση γίνεται ανυπόφορη, η θάλασσα κυριολεκτικά βρωμάει, τον Αύγουστο όταν αρχίζει να λειτουργεί το εργοστάσιο συσκευασίας ντομάτας στη διπλανή Αντραβίδα. Εργοστάσιο που επί δικτατορίας, συνεταιρικά με τον διαβόητο Τομ Πάπας, είχε φτιάξει η πλούσια οικογένεια που κατοικούσε στο ροζ αρχοντικό και τώρα πια το έχει εγκαταλείψει βεβαίως...
Τα λύματα του εργοστασίου προστίθενται στα αστικά λύματα, στα λιπάσματα και στα φυτοφάρμακα που μεταφέρουν στη θάλασσα οι αποστραγγιστικές τάφροι του πλούσιου, πολυκαλλιεργημένου και πυκνοκατοικημένου κάμπου σας αλλά και το ένδοξο ποτάμι των Λεχαινών, ο Στρεμενός, που χώριζε την κώμη στα δυο και τόσες σελίδες τού έχει αφιερώσει ο Καρκαβίτσας· καλυμμένος τώρα ο Στρεμενός, φορτώνεται όλες τις βρωμιές της πολίχνης και τις μεταφέρει να τις απολαύσουν οι παραθεριστές, οι ίδιοι που του τις έχουν φορτώσει. Μου αποκάλυψες ότι όλη η θάλασσα από τις Αλυκές των Λεχαινών ως το λιμάνι της Κυλλήνης έχει το ίδιο πρόβλημα και του Νεροχωριού η παραλία, η Ράχη, δέκα λεπτά απόσταση με το ποδήλατο από το βοκκακαίικο, ούτε κι αυτή κολυμπιέται.
*** Στην Ευρώπη, τον δορυφόρο του Δία, φαίνεται να υπάρχει ζωή μέσα στη λασπωμένη σκουρόχρωμη θάλασσα που τον περιβάλλει, λένε οι επιστήμονες. Να, λοιπόν, που γίνατε κι εσείς Ευρωπαίοι!
ΟΣΟ η κατάσταση της θάλασσας χειροτέρευε, οι παραθεριστές, αντί να αντιδράσουν, μετέφεραν, εκπολιτιζόμενοι, τα ατομικά τους λύματα ο ένας στην πόρτα του άλλου, καταργώντας τους μακρινούς καμπινέδες. Κατά των λυμάτων, των λιπασμάτων, του σκουπιδαριού κάτι μικρές μειοψηφίες αγωνίστηκαν και αγωνίζονται: ο Μπίλης, ο Αντρέας και οι φίλοι τους, που τους έχουν στην μπούκα της καραμπίνας τους οι αρχές και οι κάτοικοι της ίδιας καραμπίνας που βγήκε για να προστατεύσει τώρα τα αυθαίρετα ιδιωτικά ντουβάρια, ενώ επί δεκαετίες αδιαφορούσε για την καταστροφή του συλλογικού αγαθού που λέγεται τόπος μας, τόπος στοιχειωμένος από τον Αφορεσμένο και τη Λυγερή. Αν έγραφε σήμερα ο ελάσσων Καρκαβίτσας, ο Κώστας, αδελφός του Αντρέα, δεν θα έβαζε την ερωμένη του ήρωά του Διαολή να τυλίγεται δυναμίτη και να πηγαίνει να ανατιναχθεί, και να τον ανατινάξει κι αυτόν ενώ τον φιλούσε στο στόμα, μέσα στα νερά της θάλασσας του Αγιου Παντελεήμονα. Πώς να αυτοκτονήσει κανείς ηρωικά μέσα σε προέκταση υπονόμων;
Οι περισσότεροι Λεχαινίτες, τουλάχιστον όσοι έχουν αυτοκίνητα και χρόνο, πηγαίνουν πια για μπάνιο 20 χιλιόμετρα μακριά, στις μόνες παραλίες που έμειναν καθαρές σε όλη την περιοχή, αυτές πέρα από το λιμάνι της Κυλλήνης, που τις προστατεύει από τα αστικά, βιομηχανικά και γεωργικά λύματα ο λόφος του Κάστρου Χλεμούτσι· του κάστρου που έχτισαν οι Βιλλεαρδουίνοι και το έδωσαν προίκα στην Πριγκηπέσσα Ιζαμπώ για να το χαρούν μετά Ναπολιτάνοι Ανδεγαυοί και Φλωρεντινοί τραπεζίτες απ' όπου μας προέκυψες κι εσύ, Βοκκάκιε.
ΑΝΑΡΩΤΙΕΜΑΙ λοιπόν: τι προσπαθούν να προστατεύσουν και οι δύο πλευρές, οι παραθεριστές και η νομαρχία; Η παραλία των Λεχαινών είναι ρημαγμένος τόπος. Αν η κατάσταση είναι όπως την κατάλαβα εγώ όταν την επισκέφθηκα, τι απολαμβάνουν οι παραθεριστές εκεί, όσοι πηγαίνουν; Από την άλλη, και βέβαια ο γιαλός είναι δημόσιο κτήμα παρά την επί δεκαετίες αυθαίρετη κατοχή αλλά δημόσιο αγαθό δεν θα γίνει με την κατεδάφιση. Το αγαθό καταστρεφόταν επί δεκαετίες και απαιτεί άλλες τόσες δεκαετίες σωφροσύνης και δουλειάς για να επιδιορθωθεί. Θα έρθουν όμως τέτοιες δεκαετίες; Ή απλώς θα κείνται εσαεί επί του αιγιαλού σωροί από μπάζα κατεδαφισμένων αυθαιρέτων που θα τα καταβρέχουν μολυσμένα κύματα;
*** Υποθέτω ότι αντίστοιχη είναι η κατάσταση στη Ζαχάρω, στα Δουνέικα, στην Αμαλιάδα, όπου κι εκεί ο νομάρχης Ηλείας θέλει να κατεδαφίσει τα αυθαίρετα στις παραλίες και έχουν ξεσηκωθεί οι οικιστές. Κι έχω την απορία βέβαια γιατί πρέπει να έχει κανείς αυθαίρετη κατοικία παρά θίν' αλός, όταν το σπίτι του απέχει δέκα λεπτά από τη θάλασσα εκτός κι αν Αθηναίοι και ξένοι καταφεύγουν κυρίως εκεί και όχι ντόπιοι. Ιδια, μου φαίνεται, είναι η κατάσταση σε όλη την Ελλάδα.
*** Και, τέλος πάντων, υπάρχουν ακόμη στην περιοχή και ψαθιά και φτέρες· υπάρχουν πια και σκηνές, υπνόσακοι, ακόμη και τροχόσπιτα για όσους δεν ξέρουν να φτιάχνουν τραγάτες και θέλουν οπωσδήποτε το καλοκαίρι να είναι ακριβώς δίπλα στο κύμα της θάλασσας. Φθηνότερες λύσεις και ελαστικότερες από το αλουμίνιο και τον τσιμεντόλιθο· φθηνότερες ίσως και από τις καραμπίνες που επιδείχθηκαν «α λα αλβανικά» ως ύστατο όπλο προστασίας του δικαιώματος να χτίζεις σπίτι δίπλα σε μολυσμένη θάλασσα.
ΣΕ ΠΙΚΡΑΝΑ ίσως, φίλε μου. Αλλά καιρός να μεγαλώσεις! Οι αναμνήσεις της κόρης σου πρέπει να σε ενδιαφέρουν πια, αυτές πρέπει να προστατεύσεις. Σε τι τόπο θα μεγαλώσουν η Θυγατέρα και τα τετράδυμα; Τι θα έχουν να θυμούνται; Σκουρόχρωμες θάλασσες και λαγκάδια γεμάτα ψυγεία, τηλεοράσεις, πλαστικά που αχρηστεύθηκαν και πετάχτηκαν εκεί, επειδή η Νομαρχία Ηλείας δεν έχει καταφέρει ακόμη να φτιάξει σκουπιδότοπο της προκοπής από την άλλη όμως βιάζεται να γεμίσει μπάζα τις παραλίες.
Με έσκασες και θα σου το πω: μήπως είναι καιρός, αντί να προστατεύεις αυθαίρετα, να νοιαστείς για τις θάλασσες και τα νερά και για να μην περνάνε μέσα από το Νεροχώρι οι θηριώδεις νταλίκες και τα χιλιάδες λεωφορεία και ιδιωτικά που πηγαινοέρχονται Ζάκυνθο και Κεφαλλονιά μέσω του λιμανιού της Κυλλήνης;
Τόσα χρόνια, όλο για τον ευώδη βοκκακίτη σου μού έγραφες. Μήπως είναι καιρός να ενδιαφερθείς για την εκτός του οίκου σου δυσωδία; Ειδάλλως πώς θα ζήσετε εκεί; Θα κλειστείτε μέσα σε φιάλη κι εσείς και θα κολυμπάτε στον βοκκακίτη σου, παρέα με τους σακχαρομύκητες; Βοκκάκιε, ξύπνα!
Ο θυμωμένος φίλος σου που τούτη τη φορά δεν σε ασπάζεται· και που είναι σίγουρος ότι δεν έχεις κανένα επιχείρημα να του αντιτάξεις!".
Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=76&artid=70255&dt=13/04/1997#ixzz101Q9wnqr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου